Σάββατο 23 Μαΐου 2015

ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΩΚΟΣ: ΒΟΥΤΙΑ ΣΤΙΣ ΘΥΜΗΣΕΣ


ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΙΚΟΛΑ ΣΩΚΟ

undefinedΓεννήθηκε στο Αγρίνιο στις 19 Οκτώβρη 1980. Αποφοίτησε από το τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής σχολής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Σπούδασε δημοσιογραφία. Στο παρελθόν είχε συνεργαστεί με εφημερίδες και περιοδικά του Αγρινίου καθώς και με ραδιοφωνικούς σταθμούς. Ζει στο Αγρίνιο και εργάζεται στο Μεσολόγγι.
Η απαρχή του ταξιδιού του ζευγαριού επεφύλαξε μία έκπληξη, θλιβερή κατά τι για την ευάλωτη συναισθηματικά Ινές. 

Η αφετηρία τους ήταν το χωριό όπου γνωρίστηκαν, το ελατόφυτο εκείνο μέρος με τα πολλά νερά, με το γραφικό καφενέ στη μέση της πλατείας και με τους λιγοστούς ηλικιωμένους κατοίκους. 

Σαν πρωτοπάτησαν το πόδι τους εκεί και αφού κάθησαν να απολαύσουν τον καφέ τους κάτω από το γεροπλάτανο με θέα το απέραντο πράσινο και υπό τους ήχους των αηδονιών, έμαθαν το διόλου χαρμόσυνο μαντάτο.
 

Η γραία εκείνη η λεβεντογύναικα, η τροφός της Ινές, «άφησε το μάταιο ετούτο κόσμο» όπως τους πληροφόρησε ένας φίλος από τα παλιά. 

Η γυναίκα ευθύς βούρκωσε και με μεγάλη δύναμη προσπαθούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της προτού γενούν ορμητικοί χείμαρροι και περιλούσουν το καθάριο και λαμπερό πρόσωπο της, εις μάτην ωστόσο. 

Εκείνος ήταν ανέκαθεν ψύχραιμος, εως ψυχρός, στο άκουσμα τέτοιων ειδήσεων και πιάνοντάς της το χέρι προσπαθούσε να την ηρεμήσει. 

Μόνο ένα μαράζι του κατάτρωε τα σωθικά, που ενώ της υποσχέθηκε να της τηλεφωνεί συχνά και να πηγαίνει να την βλέπει τουλάχιστον μια φορά το μήνα, φάνηκε τελείως ασυνεπής ως προς αυτό. 

Ύστερα από πολλή ώρα και αφού στέρεψαν για τα καλά τα δάκρυα της Ινές, σηκώθηκαν από το τραπέζι και πήγαν μια βόλτα εκεί όπου πήγαιναν μικράκια, στο μοναστήρι του Άη-Λια, στο γήπεδο, που έδωσαν το πρώτο τους ραντεβού και στη δασωμένη εκείνη μεριά, που ανάβλυζε από την πηγή γάργαρο νερό. 

Εκεί ένωσαν τα χείλη τους πρώτη φορά.

Ο χρόνος λες και σταμάτησε στο γραφικό αυτό χωριό, τίποτα δεν έχει αλλάξει παρά μόνο ο πληθυσμός του. 


Ενώ υπήρχε στο ορεινό τούτο μέρος σχολείο και μάλιστα εξατάξιο, που φιλοξενούσε και πολλά παιδιά, τώρα υπάρχει ένα αραχνιασμένο κτίριο με σπασμένα τζάμια και σχεδόν λεηλατημένο. 

Στέκει όμως εκεί αγέρωχο για να θυμίζει τις αλλοτινές εποχές που τα χαμίνια του χωριού τότε, έβρισκαν καταφύγιο στα εξωτερικά αποδυτήρια για να κάνουν ένα μάγκικο τσιγαράκι. 

Μετά πορεία όλοι μαζί στον κάτω μαχαλά κι απο ‘κει κατευθείαν στο ποτάμι για να πάρουν λίγο μάτι τα κορίτσια που έλουζαν τα μαλλιά τους ή και έκαναν μπάνιο οι πιο τολμηρές. 


Στον κάτω μαχαλά και περνώντας πολλά σφαλιστά παραθύρια και αμπαρωμένες πόρτες, έφτασαν στον καφενέ του Μπαρμπα-Πάνου και προς μεγάλη τους έκπληξη η πόρτα ήταν ολάνοιχτη, σα να τους περίμενε. Ο Μπαρμπα-Πάνος,υπερήλικας τώρα, τους καλωσόρισε ευγενέστατα προσφέροντάς τους το παραδοσιακό λουκουμάκι μαζί νερό. 

Ο χρόνος όμως ούτε σε αυτόν τον γέροντα δε στάθηκε γενναιόδωρος καθώς ζει και ζώνεται με τα πολύχρονα προβλήματα υγείας του, όπως μας είπε, που όμως δεν επηρρέασαν διόλου τη διαύγεια του μυαλού του. Συνέχισε λοιπόν:

« Έχω δυο παιδιά και μια κόρη όλα παντρεμένα στην Αθήνα με επιστήμονες αλλά το μόνο που με κρατάει στη ζωή είναι η πεποίθηση ότι αν φύγω κι εγώ θα ρημάξει ο κάτω μαχαλάς. 


Δεν έχει μείνει κανένας. Είναι ακατόρθωτο, παιδιά μου, να δαμάσεις το χρόνο γι αυτό ζήστε και χαρείτε όσο μπορείτε. 

Κι αν σας περισσεύει χαρά, μην τη φοβάστε, δώστε την στην οικογένειά σας, στον φίλο σας ή ακόμα και σε κάποιον άγνωστο, γιατί –να ξέρετε- μία είναι η ζωή δεν υπάρχει άλλη. 

Και μην στενοχωριέστε ποτέ επειδή σας λείπει κάτι, υπάρχει κόσμος που δεν έχει τίποτα. Άντε στο καλό παιδιά μου και θα σας δω το γιόμα στην πλατεία».

Πράγματι, το βράδυ είμασταν εκεί, κάτω από το γεροπλάτανο, όπου μαζεύτηκε όλο το χωριό και μας φίλεψαν διάφορα καλούδια. 


Εκιό το βράδυ κοιμηθήκαμε στο καμαράκι του Μπαρμπα-Πάνου και την άλλη μέρα πουρνό πουρνο ετοιμαστήκαμε να φύγουμε...

Υγιαίνετε





Δεν υπάρχουν σχόλια: